ΣτΕ: Συνταγματικός ο νόμος για την κινητικότητα και διαθεσιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων

Το Συμβούλιο της Επικρατείας με την υπ’αρ. 2151/2015 απόφασή του (ολομέλεια) απέρριψε την αίτηση ακύρωσης της ΑΔΕΔΥ κατά δύο Υπουργικών αποφάσεων που καθορίζουν τη διαδικασία επιλογής των προς μετάταξη ή μεταφορά δημοσίων υπαλλήλων και επιλογής των υπαλλήλων που τίθενται σε διαθεσιμότητα. Ο νόμος (άρθρο 90 παρ. 2 του ν. 4172/2013) προβλέπει την επιλογή του προσωπικού που τίθεται σε διαθεσιμότητα στην περίπτωση καταργήσεως ορισμένων θέσεων του ίδιου κλάδου ή ειδικότητας, με βάση την
αποτίμηση των προσόντων όλων των υπαλλήλων του κλάδου ή και της ειδικότητας στην οποία ανήκουν οι υπό κατάργηση θέσεις του φορέα, εφ’ όσον υπηρετούν σε υπηρεσίες ή μονάδες που αξιολογήθηκαν κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του ιδίου άρθρου. Στον νόμο προσδιορίζονται επίσης τα κριτήρια επί τη βάσει των οποίων διενεργείται η αποτίμηση των προσόντων του υπαλλήλου (βασική και επαγγελματική εκπαίδευση, εργασιακή και διοικητική εμπειρία, «ειδικά καθήκοντα», τρόπος εισαγωγής στον δημόσιο φορέα), προβλέπεται δε περαιτέρω ότι η αποτίμηση των προσόντων «γίνεται βάσει βαθμολογικής κλίμακας και αντικειμενικής μοριοδότησης» και ότι «η επιλογή των υπαλλήλων με τα λιγότερα προσόντα που τίθενται σε διαθεσιμότητα προκύπτει κατά φθίνουσα σειρά από τον βαθμολογικό πίνακα», η κατάρτιση του οποίου καθώς και η αποτίμηση των προσόντων των υπαλλήλων ανατίθεται από τον νόμο σε ειδικώς συνιστώμενο όργανο («τριμελές ειδικό υπηρεσιακό συμβούλιο» αποτελούμενο από ένα μέλος του Α.Σ.Ε.Π. και δύο προϊσταμένους γενικών διευθύνσεων ή διευθύνσεων του οικείου φορέα).
Σύμφωνα με το ΣτΕ, «τα κατά τα ανωτέρω κριτήρια επιλογής, τα οποία προβλέπονται από τον νόμο (και προσδιορίζεται η βαρύτητά τους με τις προσβαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις), είναι γενικά και αντικειμενικά, ενώ εξ άλλου ο δημόσιος σκοπός, του οποίου η θεραπεία διώκεται με τις επίμαχες ρυθμίσεις, ήτοι η εξασφάλιση της επιλογής των υπαλλήλων που τίθενται σε διαθεσιμότητα και της πραγματοποιήσεως της κινητικότητας υπό όρους αξιοκρατίας, δικαιολογεί την διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των υπαλλήλων, ανάλογα με την διαδικασία διορισμού τους. Στο πλαίσιο αυτό, η μοριοδότηση, σύμφωνα με τον νόμο, εκείνων των υπαλλήλων που έχουν διορισθεί μέσω ΑΣΕΠ και, μάλιστα, κατά τρόπο κλιμακωτό, ήτοι με την αύξηση του αριθμού των μορίων ανάλογα με τον βαθμό «παρεμβάσεως» του ΑΣΕΠ στην διαδικασία διορισμών, κατά τα ειδικότερον προβλεπόμενα στις προσβαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις, αποτελεί αντικειμενικό κριτήριο διαφοροποιήσεως, εν όψει και των εχεγγύων που παρέχει ο έλεγχος που ασκεί στους διορισμούς η εν λόγω συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξάρτητη αρχή. Περαιτέρω και η προβλεπόμενη διαδικασία είναι σύμφωνη με τις αρχές της αμεροληψίας και της διαφάνειας. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα, ενώ παρίστανται απορριπτέοι ως άνευ εννόμου συμφέροντος προβαλλόμενοι οι λόγοι ακυρώσεως, τυχόν αποδοχή των οποίων αφορά την προστασία των συμφερόντων ορισμένων μόνον από τα μέλη των ανηκουσών στο αιτούν νομικό πρόσωπο συνδικαλιστικών οργανώσεων, εις βάρος άλλων, όπως ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται δυσμενής μεταχείριση κατά την μοριοδότηση, σύμφωνα με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις, των εργαζομένων στο Δημόσιο κατόπιν μετατροπής σχέσης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου ή σύμβασης μίσθωσης έργου σε σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου».

Σχόλια

Legal Jobs

Legal Jobs
Θέσεις Εργασίας-Υποτροφίες- Μεταπτυχιακά